Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2023

ΒΙΒΛΙΟ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ-ΚΡΙΤΙΚΕΣ γράφει η Μαντώ Μάκκα για το βιβλίο "Η γυναίκα του επάνω ορόφου" Claire Messud - Εκδόσεις Gutenberg

 

Η γυναίκα του επάνω ορόφου
Claire Messud
Μετάφραση: Ρένα Χατχούτ
Εκδόσεις Gutenberg

‘Όλοι βλέπουν αυτό που δείχνεις να είσαι, λίγοι ξέρουν αυτό που είσαι’ .
Μακιαβέλλι, Ο πρίγκηπας

Μας το λέει η Γυναίκα του Επάνω Ορόφου εξαρχής αλλά το έχουμε ξεχάσει ήδη στα μισά. Και όταν γίνεται η ανατροπή μιας πιάνει εξαπίνης και τότε μόνο θυμόμαστε αυτό που ήδη ξέραμε..μην πιστεύετε στα μάτια σας!

«Πόσο οργισμένη είμαι; Δεν θέλετε να ξέρετε. Αυτό κανένας δεν θέλει να το ξέρει» έτσι ξεκινάει με ορμή αυτό το ταξίδι στην ανιαρή ζωή της Γυναίκας του Επάνω Ορόφου αλλά η οργή είναι η λάσπη που μας ρίχνει για να μας τυφλώσει.  Η Νόρα, καλή δασκάλα, ανύπαντρη, άτεκνη, γεροντοκόρη(!) στα 42, υποδειγματική κόρη και ίσως να γινόταν καλλιτέχνιδα αν τη ζωή της δεν την όριζε ο φόβος και η ανασφάλεια.

[Υποτίθεται ότι θα έγραφε «Μεγάλη Καλλιτέχνιδα» στο μνήμα μου, αλλά αν πέθαινα αυτή τη στιγμή, αντί γι’ αυτό θα έγραφε «πολύ καλή δασκάλα/κόρη/φίλη» κι αυτό που στ’ αλήθεια θέλω να φωνάξω, και το θέλω και με μεγάλα γράμματα, σ’ εκείνο τον τάφο είναι ΑΙ ΓΑΜΗΘΕΙΤΕ ΟΛΟΙ ΣΑΣ.]

Αγαπητή Κλερ/Νόρα, αν το κάνεις ο τάφος σου θα γίνει πιο επισκέψιμος και από του Τζιμ, του Τζιμάκου από τις ‘Πόρτες’ ντε!

Κάπου όμως χάνει την οργή και θα ήθελα να λείπουν κάποιες φλύαρες σελίδες για να πω με ειλικρίνεια ότι το αγάπησα, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μου άρεσε.  Αν και σε αυτό το ταξίδι συνάντησα πολλές γυναίκες που ξέρω, κυκλοφορούν ανάμεσα μας. Οι γυναίκες του Επάνω Ορόφου είναι πολλές. Είμαστε η πλειοψηφία.

[Το ίδιο δεν νιώθουν όλες οι γυναίκες; Η μόνη διαφορά είναι πόσο ξέρουμε ότι το νιώθουμε, πόσο συνειδητοποιούμε την οργή μας. Είμαστε όλες μαινάδες, εκτός από εκείνες που παραείναι ηλίθιες, κι αυτό που με ανησυχεί τώρα είναι ότι τους κάνουμε πλύση εγκεφάλου από την κούνια, και τελικά ακόμα κι εκείνες που είναι ξύπνιες θα καταλήξουν ηλίθιες.]

Υπάρχουν οι γυναίκες της σοφίτας, τρελές, του επάνω ορόφου και του υπογείου. Οι αόρατες γυναίκες που πρέπει να διαχειριστούν την απόγνωση και την οργή τους και να βγουν στο φως, να λάμψουν!

[..δεν είμαι Γυναίκα του Υπογείου, και δεν θεωρώ ολόκληρο τον κόσμο υπεύθυνο για τη δυστυχία μου. Ή μάλλον, δεν θα έλεγα ότι από μία άποψη δεν ανήκω πράγματι στο Υπόγειο- στο κάτω κάτω, όλες μας δεν ζούμε κατά κάποιο τρόπο υπογείως, αφού πρέπει να υποχωρούμε και να φεύγουμε από τη μέση και να κάνουμε στην άκρη, χωρίς κανένας να το αναγνωρίζει και να μας ευχαριστεί γι’ αυτό;]

Η αδυναμία της να απαγκιστρωθεί από τις διδαχές της μητέρας της και να ενηλικιωθεί την κρατούν δέσμια σε ένα δυστυχισμένο παρόν. ‘Σε μια μασκαράτα, μια ζωή αλά Κλαρκ Κέντ.’ Την αληθινή Νόρα δεν τη ξέρει κανείς, προσαρμόζει την εικόνα της με το τι πιστεύουν οι άλλοι και στο δεύτερο μέρος αρχίζουμε να βλέπουμε ποια πραγματικά είναι. Με μια δυνατή πρωτοπρόσωπη αφήγηση η Μεσούντ κάνει εξαιρετική χαρτογράφηση του ψυχισμού της.

[Αυτό που έκανε τα εμπόδια μου ανυπέρβλητα, αυτό που με περιόρισε στη μετριότητά μου, είναι εγώ, και μόνο εγώ. Πίστευα τόσο καιρό, για πάντα, ότι ήμουν αρκετά δυνατή – ή δεν κατάλαβα καλά τι ήταν δύναμη. Νόμιζα ότι θα έφτανα στο μεγαλείο, στο δικό μου μεγαλείο, δουλεύοντας σκληρά, ξεπερνώντας τη μία αναποδιά μετά την άλλη, όπως σε μαθαίνουν να τρως τα λαχανικά σου πριν σου δώσουν επιδόρπιο. Αλλά αποδεικνύεται ότι αυτός είναι ένας κανόνας για κορίτσια και μαμόθρεφτους, επειδή το βουνό των λαχανικών είναι ψηλό σαν το Έβερεστ, και το παγωτό στο μπολ στην άλλη άκρη του τραπεζιού λειώνει λίγο ακόμα με το κάθε δευτερόλεπτο που περνάει. Σύντομα θα γεμίσει μυρμήγκια.]

Περιγράφει τη ζωή σαν το Σπίτι με τους Καθρέπτες όπου μόνη σημασία έχει η εμφάνιση, όπου κυριαρχούν τα ψέματα και οι προσποιήσεις. Και η έξοδος πουθενά. Στους Σαχίντ , που ήρθαν να ταρακουνήσουν τον κόσμο της συθέμελα, νόμιζε ότι βρήκε την πολυπόθητη έξοδο. Νόμιζε ότι η πείνα της για ζωή, έρωτα, μητρότητα και δημιουργία θα σιγάσει αλλά αλί τα σενάρια του μυαλού είναι πιο δυνατά από την πραγματικότητα.  Στον μικρό Ρεζά βρίσκει το παιδί που ποθεί διακαώς,  στη Σιρένα την καλλιτέχνιδα που πάντα ήθελε να γίνει και στον Σκαντάρ τον σύντροφο που δεν έχει. Χωρίς άμυνες, χτίζει μια ειδυλλιακή εικόνα στο κεφάλι της, μια πορεία προς την ολοκλήρωση χωρίς όμως να αφήσει πίσω της το Σπίτι με τους Καθρέπτες.

[Ξαφνικά υπάρχει μια ευκαιρία, ένα άνοιγμα , ένα άτομο ή άνθρωποι που δεν θα μπορούσες να είχες φανταστεί, και –αγαλλίαση!- σου φαίνεται σαν να βρήκες ένα σακί χρυσάφι όταν νόμιζες ότι δεν υπήρχε πια χρυσός στον κόσμο. Αρκεί για ένα διάστημα –ίσως ακόμα και για ένα μεγάλο διάστημα-, για να σε κάνει να ξεχάσεις ότι κάποτε ήσουν οργισμένος, ότι ήξερες τι ήταν η οργή.]

Αν σας πω ότι δεν ήθελα να την πιάσω από τους ώμους , να την ταρακουνήσω και να της πω ‘Ξύπνα, σε ρουφάνε΄, θα ήταν ψέματα! Η Γυναίκα του επάνω ορόφου με κούρασε όσο και αν αληθινά υπαρκτή μπορεί να είναι. Αυτή η ανωριμότητα της να σταθεί στα πόδια της, να πιστέψει στον εαυτό της και να κυνηγήσει τα όνειρά της είναι εξαντλητική.

[Ο κόσμος δεν θέλει να ανησυχεί για τη Γυναίκα του Επάνω Ορόφου. Είναι αξιόπιστη, και οργανωμένη, και δεν δημιουργεί προβλήματα]

 


 

Ένα από τα σημεία που μου κέντρισε το ενδιαφέρον είναι η απάντηση στην ερώτηση ‘γιατί δεν είναι δυνατόν να περιγράψουμε ένα ιστορικό γεγονός αντικειμενικά’.

[Επειδή πάντα έχουμε μόνο ένα κομμάτι της ιστορίας. Δεν μπορείς να κάνεις μια εικόνα τριακοσίων εξήντα μοιρών, δεν μπορούμε, ούτε καν για μια στιγμή μιας ζωής, να δείξουμε όλα όσα ζούμε. Επομένως πως θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι τέτοια για την ιστορία ενός ανθρώπου ή ενός λαού; Για την ιστορία ενός έθνους; Δεν είναι δυνατόν]

Μου θύμισε ότι ήθελα κάποτε και εγώ να μπορούσα να πετάξω, να νιώσω τα σύννεφα, να δω τη ζωή από ψηλά, να λουστώ από τις ακτίνες του ήλιου και ας λέει ότι είναι η λάθος επιλογή γιατί νομίζουμε ότι ο κόσμος μας ανήκει, γιατί θέλουμε να πετάξουμε μακριά από κάτι. Ίσως κάποιες φορές απλά θέλουμε να πετάξουμε προς κάτι. Ούτως ή άλλως αόρατοι είμαστε πάντα για κάποιους. Θέλει κότσια να διαλύσεις το Σπίτι με τους Καθρέπτες. Πρέπει να σηκώσεις τα μάτια και να κοιτάξεις αληθινά το είδωλο σου.

[Είναι το πιο παράξενο πράγμα που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο: να ξέρει τόσα πολλά, να επικοινωνεί τόσα πολλά, κι ωστόσο να υστερεί τόσο δραματικά σε διαύγεια, να είναι, στο τέλος, τόσο απομονωμένος και ανεπαρκής. Ακόμα κι όταν οι άνθρωποι προσπαθούν να πουν πράγματα, τα εκφράζουν άσκημα, ή πλαγίως, ή ψεύδονται κατάφωρα, καμιά φορά επειδή ψεύδονται σ΄εσένα, αλλά εξίσου συχνά επειδή ψεύδονται στον εαυτό τους]

Θέλει να μας πείσει ότι η πείνα, ο πόθος, είναι η πηγή σχεδόν κάθε θλίψης. Εγώ πάλι πιστεύω ότι χωρίς την ‘πείνα’ θα μας έπνιγε η ρουτίνα. Η ΄πείνα’ είναι η κινητήρια δύναμη των ονείρων. Η έλλειψη αυτοπεποίθησης και ο φόβος να ‘ταΐσεις’ την πείνα σου έχουν ως συνέπεια τη δυστυχία.

Και σ’ένα μικρό αλλά σημαντικό κομμάτι η Μεσούντ θίγει τον ρατσισμό και τη ξενοφοβία. Σκέφτηκα τους δικούς μας δασκάλους και τα προσφυγόπουλα. Έχουν τις ίδιες ανησυχίες άραγε;

[Θέλω –ήθελα- ο Ρεζά να έχει μια παιδική ηλικία σαν τη δική μου, όπου το μόνο που χρειάζεται να ξέρεις είναι πώς να είσαι παιδί. Καμία όργή, κανένα μίσος, καμιά κραυγή εκδίκησης. Κανένας να μη σου πετάει πέτρες. Υπάρχει αρκετός χρόνος για όλα αυτά –για την Ιστορία- αργότερα, και σκεφτόμουν ότι με λίγη τύχη και αρκετό χρόνο θα μπορούσαμε να τον κάνουμε έναν άνθρωπο ολοκληρωμένο, ήρεμο, χωρίς στρεβλή άποψη για την κληρονομιά του]

Η σκέψη ότι δεν είναι τίποτα ιδιαίτερο , το άγχος της μη αποδοχής, η μη εμπιστοσύνη και η επιθυμία της για την οικογενειακότητα των Ρεζίντ τροφοδότησε την πείνα και τον φόβο της συνάμα.

[Ήμουν τρελή. Ήμουν τρελή με τον τρόπο που ένα παιδί είναι τρελό, με τον τρόπο ανθρώπου που πιστεύει, με άκριτο πάθος, ότι η ζωή μπορεί να είναι –και θα είναι, και απολύτως σίγουρα- αυτή που θα θέλατε να είναι. Πώς ήταν δυνατόν να φανώ τόσο ανόητη;  Η μητέρα μου, πρώτη-πρώτη, μου είχε διδάξει με το παράδειγμά της, με την ιδιότροπη, πανικόβλητη αναβλητικότητά της όταν ήμουν μικρή, κι έπειτα, πιο σκληρά, με την παρατεταμένη, αθέλητη κατάρρευση του σώματός της, ότι αυτό ήταν ένα γελοίο όνειρο, ότι η μοίρα ήταν δεσμοφύλακας.]

Έρχεται η πολυπόθητη απελευθέρωση της αλλά με τρομερό κόστος. Ξυπνάει από τον Ύπνο της Ωραίας Κοιμωμένης αλλά ζει ακόμη στα μικροσκοπικά κουκλόσπιτα που φτιάχνει για τις ηρωίδες της. Έμιλι Ντίκινσον, Άλις Νιλ, Ίντι Σέτζγουικ, Βιρτζίνια Γουλφ χωρίς να μπορεί να αποφασίσει αν είναι η Νόρα ή κάποια από αυτές. Απαρνήθηκε την ζωή της καλλιτέχνιδος και τώρα έψαχνε να χωρέσει σε ένα από τα κουτάκια της.

[Σε όλη μου τη ζωή, απέφευγα τα πράγματα που δεν μπορούσα να φανταστώ. Η βασική μου άποψη ήταν ότι αν δεν μπορούσα να το φανταστώ, δεν ήταν καλή ιδέα. Ήταν το ίδιο με την αρρώστια της μητέρας μου: φαντάσου το χειρότερο και μπορείς να προστατευτείς απ’ αυτό. Αν δεν μπορείς να το φανταστείς, δεν υπάρχει προστασία. Καθόλου καλό, καθόλου καλό.]

Έχουμε αναφορές σε Ίψεν, Έλιοτ, Ντίκινσον, Γουλφ, Σαίξπηρ, Μπάουμ, Τζέιν Όστιν, Ναμπόκοφ, Προυστ κ.α που μπορώ να πω ότι πλούτισαν το κείμενο της συγγραφέως.

Αν η Νόρα, η χρήσιμη μας Νόρα, θα αλλάξει όντως δεν το ξέρω και να ήξερα δεν θα σας το έλεγα. Η Μεσούντ πάντως γράφει: ‘Μπορείς να κατεβάσεις τη γυναίκα από τον επάνω όροφο, αλλά τον επάνω όροφο θα τον κουβαλάει πάντα μαζί της’.

Κλείνω με τη μουσική του Omar Faruk Tekbilek όπως εμφανίζεται στο βιβλίο, ευχόμενη ο καθένας από εμάς να φτιάξει την δική του ‘Χώρα των Θαυμάτων’.

https://www.youtube.com/watch?v=Q2VR9YJDQ5Q

 

ΒΙΒΛΙΟ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ-ΚΡΙΤΙΚΕΣ

Περισσότερα για το βιβλίο ΕΔΩ

 


Φωτο: Μαντώ Μάκκα

Η Μαντώ Μάκκα γεννήθηκε το Μάιο του 1980 στην Αθήνα.  Αποφοίτησε από το Κλασσικό Λύκειο Αναβρύτων.  Παρακολούθησε μαθήματα Οικονομικών & Marketing και Εξειδίκευσης στη Μετάφραση στο Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο.
Ακολούθησαν μαθήματα Δημιουργικής γραφής με τη Στεύη Τσούτση και  Εικαστικών & Ιστορίας Τέχνης με την Άννα Παππά.
Παράλληλα ζωγραφίζει και κατασκευάζει κοσμήματα από πέτρα.
Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στο διαδίκτυο.
Έχει εργαστεί ως Καθηγήτρια Αγγλικών και ως διαχειρίστρια διαδικτυακών εφημερίδων.
Το παραμύθι της «Τα ροζ Χριστούγεννα» περιλήφθηκε στο βιβλίο «
Santa Παραμύθια, 22 Χριστουγεννιάτικες Ιστορίες» των εκδόσεων Νίκας.
Η συλλογή διηγημάτων «Όταν η ζωή σου δίνει λεμόνια» από τις Εκδόσεις Νίκας είναι το πρώτο της βιβλίο.
Το 2022 το διήγημα της «Τραμουντάνα» διακρίθηκε και συμμετέχει στην συλλογική έκδοση του Ιανού «Το ρούχο»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου