"ΚΑΙ ΕΓΕΝΕΤΟ ΦΩΣ"
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΙΝΩΑΣ
Το βιβλίο «ΚΑΙ ΕΓΕΝΕΤΟ ΦΩΣ» του Στέφανου Αλεξιάδη είναι ένα μυθιστόρημα που συνδυάζει στοιχεία αστυνομικής λογοτεχνίας και φιλοσοφικής αναζήτησης. Ο συγγραφέας εξερευνά θέματα όπως η ηθική, η ανθρώπινη φύση και η αναζήτηση της αλήθειας μέσα από μια συναρπαστική πλοκή.
Μέσα από την αφήγηση, ο Αλεξιάδης ρίχνει φως σε ζητήματα γύρω από το καλό και το κακό, την ελευθερία της βούλησης και τις συνέπειες που απορρέουν από τις ανθρώπινες επιλογές.
Ο τίτλος «ΚΑΙ ΕΓΕΝΕΤΟ ΦΩΣ» δεν παραπέμπει αποκλειστικά σε θρησκευτικό λόγο, αλλά είναι και ένας ισχυρός συμβολισμός που μέσω της αφήγησης και της ροής του κειμένου, λειτουργεί σαν μια εσωτερική έκρηξη, που διαλύει το σκοτάδι της άγνοιας και φέρνει μπροστά την αλήθεια, γυμνή και ανυπότακτη. Το φως δεν παρουσιάζεται ως θεϊκή παρέμβαση, αλλά ως εσωτερική αναλαμπή, σαν μια στιγμή διαύγειας που αλλάζει τα πάντα.
Δύο έφηβοι εξαφανίζονται κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες. Το μοναδικό ίχνος που αφήνουν πίσω είναι μια φαινομενικά αθώα θήκη κινητού με έναν κίτρινο αρκούδο, ένα αντικείμενο που μετατρέπεται σε κλειδί για κάτι σκοτεινό. Παράλληλα, στους τοίχους εμφανίζονται λέξεις από μια «Περσεφόνη», μια φιγούρα που μοιάζει παγιδευμένη κάπου, ανάμεσα στον φόβο και την ελπίδα.
Η ιστορία του βιβλίου, δεν είναι μόνο μια υπόθεση εξαφάνισης. Είναι ένα ταξίδι στην ψυχολογία του τρόμου, της σιωπής και της αλήθειας που προσπαθεί να βγει στο φως. Το φως και το σκοτάδι δεν παρουσιάζονται εδώ ως αντιθέσεις, αλλά ως δύο δυνάμεις που συνυπάρχουν, αλληλοσυμπληρώνονται και συγκρούονται μέσα στον ίδιο άνθρωπο. Το φως δεν συμβολίζει μόνο την λύτρωση, αλλά και τον πόνο που προκαλεί η αποκάλυψη τη στιγμή, που όλα εκτίθενται, ακόμα και όσα δεν θέλεις να δεις.
Η μάχη ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι είναι κάτι, που συμβαίνει μέσα μας, ένας εσωτερικός αγώνας. Το σκοτάδι συμβολίζει αυτά που δεν γνωρίζουμε, τα μυστικά μας, και μερικές φορές μάς προσφέρει την ασφάλεια του να μην ξέρουμε. Αντίθετα, το φως φέρνει την αλήθεια και τη γνώση, όσο και ν΄αποφεύγουμε να φανερωθεί, γιατί θα πληγωθούμε. Αγνοούμε όμως ότι μπορεί να έχει και λυτρωτικό χαρακτήρα. Όταν όλα αποκαλύπτονται, μπορεί να μην είμαστε έτοιμοι να τα δούμε. Η αλήθεια δεν είναι πάντα κάτι ευχάριστο. Μπορεί να μας σοκάρει, να ανατρέψει, όσα πιστεύαμε και να αλλάξει τη ζωή μας με τρόπους που δεν περιμέναμε.
Μέσα από ένα ύφος που θυμίζει παραμύθι, η αφήγηση ακροβατεί ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο, στην ελπίδα και στην απώλεια. Οι λέξεις έχουν βάρος και κάθε αλήθεια που έρχεται στην επιφάνεια μοιάζει να πονά, όσο και να λυτρώνει.
Οι χαρακτήρες του συγγραφέα είναι σύνθετοι και πολύπλευροι με σκέψεις, στοχαστική διάθεση, συναισθήματα και αντιφάσεις. Ο καθένας τους έχει τη δική του εσωτερική διαδρομή, τις δικές του δυσκολίες. Μπορεί να κάνουν λάθη, να κρύβουν μυστικά ή να νιώθουν ενοχές, αλλά ταυτόχρονα έχουν στιγμές καλοσύνης, αγάπης και ελπίδας. Δεν μπορούμε να τους κρίνουμε εύκολα, γιατί πίσω από τις πράξεις τους υπάρχουν βαθύτερα κίνητρα.
Η σχέση του Ηλία και του Μάρκου, πατέρα και γιου, τους βρίσκει ενωμένους μεν από μια κοινή απώλεια, χωρισμένους δε από όσα δεν ειπώθηκαν ποτέ. Ο Ηλίας κουβαλά το βάρος της ευθύνης, τις ενοχές για όσα δεν μπόρεσε να πράξει. Βυθίζεται σε μια σιωπηλή αγωνία να φροντίσει τον γιο του, χωρίς να ξέρει τον τρόπο. Αντί να χτίσει γέφυρες και να επικοινωνήσει με τον γιο του, σηκώνει τοίχους σιωπής, νιώθοντας ότι με αυτόν τον τρόπο τον προστατεύει.
Ο Μάρκος, από την άλλη, εγκλωβισμένος στην εφηβεία του, κουβαλά θλίψη που μεταλλάσσεται σε θυμό. Είναι ένας εσωστρεφής έφηβος που παλεύει να καταλάβει τον νέο κόσμο που απλώνεται μπροστά του. Η μετακόμιση φαίνεται να επιβαρύνει την κατάστασή του και να τον αποσυντονίζει. Ωστόσο, μπορεί η σιωπή να επισκιάζει την σχέση τους, υπάρχει όμως αγάπη, η οποία βρίσκεται σε μικρές κινήσεις, σε βλέμματα, σε προσπάθειες να κατανοήσει ο ένας τον άλλον. Είναι μια αγάπη που παλεύει να νικήσει το σκοτάδι, να εκμηδενίσει την απόσταση μεταξύ τους.
Η γραφή του Αλεξιάδη μάς βοηθά να δούμε πέρα από την επιφάνεια, να νιώσουμε τους χαρακτήρες, να μπούμε στη θέση τους και να καταλάβουμε το «γιατί» και, πιο ήταν το κίνητρο για το «τι έκαναν». Αυτό κάνει την ιστορία πιο αληθινή και αγγίζει τον αναγνώστη πιο βαθιά. Η γραφή του είναι βιωματική, σε κάνει να την ζήσεις. Ο αναγνώστης δεν είναι ένας απλός παρατηρητής, νιώθει, όσα περνούν οι χαρακτήρες και συνεχίζει να σκέφτεται τα πολλαπλά μηνύματα, ακόμα κι όταν κλείσει το βιβλίο.
Εν κατακλείδι, ο συγγραφέας μας προ(σ)καλεί να βγούμε από την ασφάλεια που μας προσφέρει το σκοτάδι και να κοιτάξουμε κατάματα ό,τι πονά, ό,τι σωπαίνει, ό,τι επιμένει να υπάρχει μέσα μας. Και τελικά, όπως και στο βιβλίο, όσο βαθιά κι αν είναι η σκιά, πάντα θα υπάρχει μια μικρή αχτίδα φωτός να αντισταθεί. Κι αυτό το φως, ακόμα κι αν πονά, είναι εκείνο που μας αλλάζει.
Αναστασία Δημακοπούλου
ΒΙΒΛΙΟ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ-ΚΡΙΤΙΚΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου