ΒΙΒΛΙΟ - ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ - ΚΡΙΤΙΚΕΣ

Φίλες, φίλοι,

Σας καλωσορίζουμε στο blog της ομάδας ΒΙΒΛΙΟ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ-ΚΡΙΤΙΚΕΣ! Για πόσο μπορούμε να περιπλανηθούμε στον κόσμο του στοχασμού και της συνείδησης; Μέχρι πού αποδεχόμαστε το ελεύθερο πέταγμα της σκέψης; Κι όταν γυρίσουμε στο παρόν, στη λογική, στο «πρέπει», δεν θα πούμε ότι ήταν όνειρο, παράκρουση ή μέθη; Αυτό το ταξίδι της σκέψης στη μέθη και στο όνειρο ευελπιστεί να χαρίσει αυτή η ομάδα στον κάθε αναγνώστη. Να του δώσει φτερά για να ξεκινήσει το μαγικό σεργιάνι του σε έναν κόσμο απόλυτα αληθινό αλλά και τόσο ανεξερεύνητο, στον χώρο του βιβλίου που τόσο αγαπάμε. Και μαζί, να το στηρίξουμε με αγάπη, ήθος, ευγενικές προθέσεις, σκέψεις και πράξεις!

Γιούλη Τσακάλου

Τρίτη 13 Μαρτίου 2018

ΒΙΒΛΙΟ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ-ΚΡΙΤΙΚΕΣ Γράφει η κα Φλώρα Ματέ για το βιβλίο "Ενας απο μας - Νούλη Τσαγκαράκη" Εκδόσεις Πνοή!






Ένα εξαιρετικό βιβλίο με 16 διαμαντάκια, που είναι γεμάτα τρυφερότητα, ανθρωπιά και πολλά μηνύματα που είναι φυσικά βγαλμένα από την σημερινή σκληρή πραγματικότητα που βιώνουμε στην Ελλάδα. Η γραφή της συγγραφέως άψογο και γεμάτο λυρισμό.
Προσπάθησα να διαλέξω ποιο διήγημα μου άρεσε περισσότερο. Σας διαβεβαιώ πως είναι άκρως δύσκολο, γιατί το κάθε διήγημα είναι τελείως διαφορετικό από το άλλο με μόνο κοινό την άψογη γραφή της Νούλης Τσαγκαράκη. Βέβαια μπήκα στο πειρασμό να αναφέρω κάποια αποσπάσματα, για να δικαιολογήσω γιατί με άγγιξαν τόσο πολύ.

Το διήγημα «Ένας από μας» βλέπουμε την Άννα που εξηγεί τους λόγους που παθιάζεται σαν δασκάλα, για τις αξίες της, στην σελίδα 110: «Όσο μάλωναν μεταξύ τους, μορφωμένοι άνθρωποι, τόσο εστίαζε η Άννα στην ειρηνική συνύπαρξη των διαφορετικής καταγωγής παιδιών, από την οποία έπρεπε, κατ’ αυτήν, να παραδειγματίζονται οι μεγάλοι και η ανάγκη να τα υπερασπίζεται απέναντι στον κάθε κρετίνο γιγαντωνόταν μέσα της. Ένιωθε πραγματική δασκάλα, επιφορτισμένη όχι απλώς με το καθήκον να τους μάθει γράμματα, αλλά να τους διδάξει αξίες ζωής, αξίες πανανθρώπινες που έδεναν και δεν διαιρούσαν ανθρώπους.

«Οι ιστορίες τους» διηγιόταν η Άννα στον παππού της, «έχουν έναν κοινό παρανομαστή, τον αγώνα για μια καλύτερη ζωή, κι αυτός ο αγώνας δεν έχει εθνικότητα, ούτε χρώμα. Ποια είναι η διαφορά της δικής τους πορείας από τη δική σου; Μετανάστες αυτοί, μετανάστης κι εσύ. Δεν έχει σημασία που εσύ υπήρξες εσωτερικός μετανάστης, σημασία έχει πως αναγκάστηκες να εγκαταλείψεις τον τόπο σου!»

«Δεν μας χώραγε όλους ο τόπος, παιδί μου, γι’ αυτό φύγαμε. Ούτε κι αυτός μας χωράει πια, τόσοι που γίναμε, μα δεν είμαστε εμείς που θα φύγουμε τώρα».
Ένα ακόμη απόσπασμα είναι στο διήγημα «Θέμα επιλογής» όπου η Αμαλία συνομιλεί με τον άστεγο που κάνει απεργία πείνας έξω από το Υπουργείο Οικονομικών στην σελίδα 144: «Την άλλη μέρα η Αμαλία βρέθηκε μπροστά στο υπουργείο. Περιεργάστηκε τον μεσήλικα που καθόταν οκλαδόν στο πεζοδρόμιο έχοντας μια αυτοσχέδια ταμπέλα μπροστά του. “Απεργός πείνας. Διεκδικώ τη χαμένη μου αξιοπρέπεια”.

Ελάχιστοι από τους περαστικούς σταματούσαν να τη διαβάσουν, οι περισσότεροι προσπερνούσαν βιαστικά χωρίς καλά καλά να τον βλέπουν, κάποιοι μάλιστα σκόνταφταν επάνω του. “Τι ελπίζει να πετύχει ένας άνθρωπος ολομόναχος, είναι απορίας άξιον” σκέφτηκε. Η Αμαλία πλησίασε και συστήθηκε. “Δεν με ξέρετε... είμαι η κυρία που σας άφηνε τη σακουλίτσα με το φαγητό”. Σήκωσε το κεφάλι και την κοίταξε. Το πρόσωπο του είχε δυο βαθιές αυλακιές στις άκρες των χειλιών, σημάδι πως είχε υπάρξει χαρούμενος κάποτε. Η Αμαλία τον φαντάστηκε να γελά - θα του πήγαινε σίγουρα.

“Σας ευχαριστώ πολύ” έφτασε στ αφτιά της η βαθιά, ευγενική φωνή.
“Ακούστε” συνέχισε εκείνη, “δεν θέλω να σας προσβάλω, αλλά δεν χρειάζεται να το κάνετε αυτό. Εγώ είμαι από τους τυχερούς, ξέρετε. Έχω χρήματα και μπορώ να σας στηρίξω. Ελάτε να φύγουμε από δω” “Και πάλι σας ευχαριστώ, αλλά μου φαίνεται πως δεν έχετε καταλάβει. Δεν γίνεται η ζωή να εξαρτάται από την ελεημοσύνη των άλλων”. “Όχι ελεημοσύνη” διαμαρτυρήθηκε η Αμαλία. “Ας πούμε καλύτερα, μια προσπάθεια εξισορρόπησης αδικιών”. Τα μάτια της, πεντακάθαρα, δεν έκρυβαν κανέναν δόλο, και παρά την ηλικία της - συνομήλική του πάνω κάτω - εξέπεμπε μια αθωότητα. Ο άντρας χαμογέλασε θλιμμένα.

“Ν’ ανασκευάσω λοιπόν: δεν γίνεται η ζωή να εξαρτάται από την καλοσύνη των άλλων”. “Ναι, αλλά έτσι θέτετε σε κίνδυνο τη δική σας ζωή”.
“Σε ποια ζωή αναφέρεστε ακριβώς;” ρώτησε μ’ έναν τρόπο που την πάγωσε, και πού να βρει τα λόγια να γεφυρώσει το χάσμα που τους χώριζε. “Θέλω να ζω σαν άνθρωπος, όχι σαν ζώο” κάλυψε το κενό που δημιουργήθηκε. “Κι αν αυτό είναι αδύνατον, τότε ο θάνατος είναι η μόνη λύση. Δεν με τρομάζει...” Η Αμαλία σκέφτηκε ότι είχαν κάτι κοινό - ούτε εκείνη την τρόμαζε ο θάνατος. “Αλλά δεν θα πεθάνω μόνος, ντροπιασμένος” συνέχισε ο άντρας, “ψάχνοντας στα σκουπίδια για λίγο φαγητό.

Θα πεθάνω εδώ, μπροστά στα μάτια τους, υπενθυμίζοντας μέχρι την τελευταία στιγμή την ευθύνη που φέρουν”. Την είδε που παρέμενε σιωπηλή, με το κεφάλι κατεβασμένο κι άπλωσε το χέρι για να πιάσει το δικό της. “Μην ταράζεστε, όλα είναι θέμα επιλογών”. Μα πώς να μην ταραχτεί! Μια ευγενική φυσιογνωμία όπως η δική του, ένας άνθρωπος βαθυστόχαστος, απ’ ό,τι είχε διαφανεί, μορφωμένος, να βρίσκεται μόνος κι έρημος σε μια πάλη με φαντάματα! Απορούσε πού ήταν όλοι οι άλλοι, οι χιλιάδες των ανέργων, να συμπορευτούν μαζί του, να κάνουν το σύστημα να τρίξει, να παραλύσουν την κοινωνία από τον τρόμο».

Και τέλος ένα ακόμη απόσπασμα που με συγκίνησε πολύ στο διήγημα «ΧΑΦΕΖ» η συνομιλία της Δώρας με τον Χάβεζ στην σελίδα 160: «Την τρίτη φορά που σταμάτησε μπροστά του, ο Χάφεζ μπήκε στ’ αυτοκίνητο κρατώντας στα χέρια του ένα πολύχρωμο πλαστικό πουλί. Της το παρουσίασε με τον ενθουσιασμό μικρού παιδιού. «Κοίτα!» Πατώντας το “on”, ξεκίνησε να κελαηδάει ανεβοκατεβάζοντας μηχανικά το κεφάλι. “Ωραίου, ε;” το έτεινε προς το μέρος της. “Ντώρο από Χάβεζ”. Η Δώρα αιφνιδιάστηκε. Καλά, το δώρο ήταν για πέταμα, ένα κιτσάτο πράγμα, σκέτο χάλι, η χειρονομία όμως... Χαμογέλασε σαστισμένα.



«Ευχαριστώ, Χάφεζ, αλλά δεν χρειάζεται. Μη σπαταλάς άδικα τα λεφτά σου».
«Λίγκα λεφτά, πενήντα σεντ από φίλο», την καθησύχασε, ενώ συνέχισε να παίζει με το κουμπάκι.
Η έμπρακτη ανταπόδοση άγγιξε τις πιο ευαίσθητες χορδές της, ωθώντας την ένα βήμα παραπέρα. Τα ψώνια, θέμα διάθεσης μέχρι τότε, τα ενέταξε στις ανάγκες, καθιστώντας τα εβδομαδιαία υπόθεση. Κι ελόγου του, αγνοώντας τις αντιρρήσεις της, ερχόταν κάθε τόσο μ ένα δώρο στο χέρι. Το ένα χειρότερο από τ άλλο.

Η Δώρα τα έκρυβε σπίτι της, φοβούμενη το ρεζιλίκι αν τ’ αντίκριζε ανθρώπινο μάτι. Η έκδηλη εντούτοις ευγνωμοσύνη του, έγιανε κάθε φορά κι από ένα κομμάτι της τραυματισμένης ψυχής της.

Βλέποντας τον ν απέχει απ όσα η ίδια θεωρούσε πραγματικό φαγητό, η Δώρα προσπαθούσε να τον πείσει να πάρει λίγο ψάρι, λίγο κρέας, λίγο κιμά έστω. Ο Χάφεζ αρνιόταν σθεναρά. Με το περιορισμένο λεξιλόγιο που χρησιμοποιούσε, η Δώρα αγκομάχησε μέχρι ν αντιληφθεί πως ο άνθρωπος δεν είχε κουζίνα, γι’ αυτό οι τροφές που διάλεγε δεν χρειάζονταν μαγείρεμα. Κρουασάν, πατατάκια, κονσέρβες, φρούτα, λαχανικά... Σαστισμένη από μια πραγματικότητα με την οποία πρώτη φορά ερχόταν σ’ επαφή, αισθάνθηκε ντροπή για την αγνωμοσύνη της στη ζωή. Απασχολημένη με τον εαυτό της και τα συναισθήματά της, ουδέποτε είχε σταθεί να εκτιμήσει την αφθονία των αγαθών η οποία την περιέβαλλε.

Οι μάχες που είχε δώσει - ποιες μάχες δηλαδή, μικρές αψιμαχίες ήταν - αφορούσαν πάντα στο παραπάνω, ποτέ στο βασικό. Της ήταν αδιανόητο να μην έχει να φάει, να ντυθεί, να πλυθεί, να μείνει σ ένα καλόγουστο, ζεστό σπιτικό. Το ελάχιστο, από το δικό της αδιανόητο, ήταν το ζητούμενο του ξενιτεμένου φίλου της.

«Είμαι τόσο αδιάφορη ή τόσο εγωίστρια;» προβληματίστηκε, ταραγμένη από την αποκάλυψη μιας σκληρής πραγματικότητας η οποία ωστόσο βρισκόταν πάντα δίπλα της δεν παρουσιάστηκε ξαφνικά. Δεν θεωρούσε τον εαυτό της μήτε καλύτερο μήτε εξυπνότερο από τα εκατομμύρια των ανθρώπων που βρίσκονταν στην άλλη πλευρά, αυτή του Χάφεζ. Μόνο τυχερό τον λογάριαζε, ευεργετημένο από την τύχη, και θέλοντας ν ανταποδώσει για την εύνοια, αποφάσισε να μαγειρεύει για τον ταλαίπωρο ξένο που βρέθηκε στον δρόμο της. Έτσι μια φορά την εβδομάδα γέμιζε ένα μεγάλο τάπερ και του το πρόσφερε μ’ ευχαρίστηση την ημέρα που συναντιούνταν».

Είναι όλο το βιβλίο τόσο εκπληκτικό που θα ήθελα συνέχεια να παραθέτω αποσπάσματα, όμως σταματώ εδώ και αφήνω τους υπόλοιπους αναγνώστες να το διαβάσουν για να έχουν και αυτοί την ευκαιρία να το απολαύσουν.

Συγχαρητήρια στην συγγραφέα Νούλη Τσαγκαράκη γι’ αυτό το εξαιρετικό βιβλίο που έγραψε και περιμένω με αγωνία επόμενο, γιατί σίγουρα έχει να δώσει πολλά σε μας και στην λογοτεχνία.

Φυσικά και το συστήνω ανεπιφύλακτα να διαβαστεί απ’ όλους, γιατί μπορεί έτσι να γίνει ο καθένας μας πιο Ανθρώπινος.

Πάντα επιτυχίες!!!

ΦΛΩΡΑ ΜΑΤΕ
ΒΙΒΛΙΟ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ-ΚΡΙΤΙΚΕΣ 




Η Νούλη Τσαγκαράκη γεννήθηκε στη Δράμα, μεγάλωσε στην Αττική, σπούδασε στην Αγγλία, έζησε στην Πάτρα και τελικά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Λάτρης της ζωής και των ταξιδιών, των νέων επαφών κι εξερευνήσεων, έρχεται μ’ αυτή τη συλλογή διηγημάτων της να καταθέσει όσα αφουγκράστηκε από τη ζωή όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την οικονομική κρίση, το μεταναστευτικό ρεύμα και την εξάπλωση της τρομοκρατίας.Η συλλογή διηγημάτων της με τίτλο «Ένας από μας» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου