Ο Μίνως Ευσταθιάδης μιλά στη
Γιούλη Τσακάλου στον Ελεύθερο τύπο 26/01/2023 για το
ΒΙΒΛΙΟ: ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΧΑΟΥΣ
Εκδόσεις Ικαρος
Ο Μίνως Ευσταθιάδης σπούδασε νομικά στην Αθήνα και στο Ανόβερο. Είναι από πολλούς ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς στο είδος του. Καταφέρνει σε όλα τα βιβλία του να βάζει ψηλά τον πήχη σε κάθε ιστορία εξαιρετικά καλά, με έναν τρόπο που δυσκολεύεσαι πραγματικά να ξεχάσεις! Ανυπομονώ για το επόμενο!
Έχει γράψει τα μυθιστορήματα Έξοδος (Ανατολικός, 2001), Χωρίς γλώσσα (Καστανιώτης, 2004) και Το δεύτερο μέρος της νύχτας (Ωκεανίδα, 2014) που εκδόθηκε στα γερμανικά (Acabus, 2014).
Το θεατρικό έργο του Το Γεύμα προτάθηκε για το βραβείο του διεθνούς διαγωνισμού Eurodram της Γερμανίας και μεταφράστηκε στα αγγλικά, στα γερμανικά, στα γαλλικά και στα ουγγρικά.
Το μυθιστόρημά του Ο Δύτης (Ίκαρος, 2018) εκδόθηκε στα γαλλικά (Actes Sud, 2020) και βρέθηκε στη βραχεία λίστα των βραβείων Athens Prize for Literature, Violeta Negra Occitanie και Prix du Livre Européen, ενώ το Κβάντι (Ίκαρος, 2020) θα κυκλοφορήσει το 2023 στα γαλλικά.
Ζει κοντά στη θάλασσα.
-“ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΧΑΟΥΣ” στο νέο νουάρ μυθιστόρημά σας, φόνοι γίνονται κάθε μέρα. Άλλοι λύνονται άλλοι όχι. Ελάχιστοι όμως καταλήγουν να σε στοιχειώνουν. Σ’ αυτό το βιβλίο με προβληματίσατε, αλήθεια, πως τα καταφέρατε να κάνετε μέχρι και ένα «πτώμα να φαίνεται πως χαμογελά»! Ποιο σενάριο θα προτιμούσατε; Ποιο φαίνεται περισσότερο δελεαστικό;
Τελικά ίσως και να μην είναι τόσο δύσκολο ένα χαμόγελο εκείνη την ώρα. Αρκεί να φανταστούμε το τέλος πάνω σε έναν οργασμό. Τι πιο δίκαιο; Ερχόμαστε σ’ αυτό τον κόσμο με έναν οργασμό και φεύγουμε με έναν άλλο.
Στα «Σχέδια του χάους» μου δεν γίνεται βέβαια τίποτα τέτοιο. Εκεί υπάρχουν διαφορετικά ερωτήματα: Ποια είναι η τελευταία σκέψη του Γάλλου πριν ξεψυχήσει; Γιατί χαμογελάει; Όταν βρεθούν οι απαντήσεις, όλα θα αρχίσουν να αποκτούν διαφορετικό νόημα.
-Φαντάζομαι ότι όλοι μετανιώνουμε ή ντρεπόμαστε για κάτι που συνέβη στο παρελθόν. Για τον Νέστωρα, την Αναστασία, τον Βίκτωρα, την Ανναμπέλ, τον Μεσιέ, τον Χρήστο, τον Ταξιάρχη, ποια είναι η χαμένη ισορροπία πάνω στην κινούμενη διαχωριστή γραμμή για την οποία μετάνιωσαν μεταξύ ονείρου και εφιάλτη;
Αν αλλάξουμε όσα έγιναν, τότε θα αλλάξουμε και το πρόσωπό μας. Το παρελθόν μας είμαστε εμείς οι ίδιοι. Ίσως μάλιστα το μεγαλύτερο ενδιαφέρον να κρύβεται εκεί που ντρεπόμαστε ή μετανιώνουμε.
Όλα αυτά τα πρόσωπα του μυθιστορήματος έχουν κάτι κοινό μεταξύ τους. Θα έλεγε κανείς πως είναι το μυστικό τους: δεν μπορούν να δουν ξεκάθαρα τις διαχωριστικές γραμμές. Τα περισσότερες φορές γράφω για ανθρώπους που χάνουν και ξαναβρίσκουν τον εαυτό τους. Νομίζω πως, κατά βάθος, έτσι είμαστε όλοι.
-Το σύγχρονο αστυνομικό ελληνικό μυθιστόρημα αποτυπώνει την εγχώρια πραγματικότητα ή απλώς αναπαράγει εισαγόμενα πρότυπα;
Δεν υπάρχει μία ενιαία κατεύθυνση στο σύγχρονο αστυνομικό ελληνικό μυθιστόρημα. Και ευτυχώς. Οι συγγραφείς ακουμπάνε ή απλά περιγράφουν διαφορετικές εκδοχές της πραγματικότητας και του μύθου. Σπάνια, πολύ σπάνια, εμφανίζονται και κάποιοι που καταφέρνουν να κάνουν μια τομή, να δείξουν την πληγή.
Αν υποφέρει από κάτι αυτό το είδος της λογοτεχνίας είναι τα κλισέ – και φυσικά δεν αναφέρομαι μόνο στην Ελλάδα. Κάπου εκεί καλείται ο καθένας να βάλει την (υπο)γραφή του, προσθέτοντας το λιθαράκι του. Δεν χρειάζεται να είναι κάτι εξωτικό, που δεν έχει ξαναγίνει. Αρκεί να είναι ένα δικό του κομμάτι.
-Ποιος είναι ο ρόλος ενός φόνου στην αστυνομική λογοτεχνία; Μπορείτε εύκολα να φανταστείτε ένα αστυνομικό βιβλίο χωρίς φόνο;
Θα αρχίσω αντίστροφα. Έχει ειπωθεί πολλές φορές ότι ο ελληνικός όρος «αστυνομική λογοτεχνία» αδικεί κατάφωρα όλο το είδος. Το περιορίζει. Θα έπρεπε να έχουμε βρει κάτι που να περιγράφει καλύτερα το «crime fiction» στη γλώσσα μας.
Το έγκλημα είναι -δυστυχώς- κάτι πολύ ευρύτερο και πιο ευφάνταστο από τον φόνο. Έχουν γραφτεί καταπληκτικά αστυνομικά για εξαφανίσεις, σεξουαλικά εγκλήματα, βασανιστήρια, παράνομους εγκλεισμούς, ψυχικές καταρρεύσεις. Στην πραγματικότητα, ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Είναι γνωστό ότι, όταν ο άνθρωπος αποφασίσει να αγκαλιάσει το Κακό, μεγαλουργεί. Κυριολεκτικά.
-Πώς στέκεστε απέναντι στον αναγνώστη; Είναι ένα ποντίκι που πρέπει να πιαστεί στη φάκα ή ένα παιδί που πρέπει να το πάρετε από το χέρι και να τον μυήσετε σε σκοτεινά ή φωτεινά μονοπάτια;
Και οι δύο καταστάσεις μού φαίνονται πολύ μακρινές και ξένες. Ο αναγνώστης είναι ένας άγνωστος ταξιδιώτης που ελπίζω κάπου να συναντήσω. Ίσως και να περιπλανηθούμε για λίγο παρέα. Μου αρέσει να του προτείνω μερικά μέρη.
Κάποιες φορές υπάρχουν αναγνώστες που στέλνουν μηνύματα. Με άλλους τυχαίνει να μιλήσω. Απέναντί σου έχεις, έστω για λίγα δευτερόλεπτα, έναν άνθρωπο που δεν βρίσκεται εκεί από υποχρέωση. Κάπως τον άγγιξες ή τον τρόμαξες, κάτι του θύμησες ή του άφησες. Και θέλει να στο πει. Κάθε αυθόρμητη επικοινωνία κρύβει συγκίνηση.
Ίσως να (παρα)είμαι ρομαντικός, μα πιστεύω ακόμα ότι κάθε βιβλίο είναι ένα από εκείνα τα περίφημα μπουκάλια με σημείωμα, στη μέση της θάλασσας. Μπορεί κάποιος να το βρει και να το ανοίξει. Κι αν ξέρει τη γλώσσα, θα αρχίσει να το διαβάζει.
-Το βιβλίο σας αυτό φανερώνει το συγγραφικό σας εκτόπισμα. Πολλοί σας τοποθετούν ανάμεσα στους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς στο είδος σας. Ο Μίνως Ευσταθιάδης πως υπερασπίζεται τον τίτλο αυτό; Πως θα θέλατε να χαρακτηρίζεστε;
Οι αγαπημένοι μου τίτλοι βρίσκονται στα εξώφυλλα των βιβλίων και στις αρχές των κεφαλαίων. Και δεν εννοώ μόνο των δικών μου. Προσωπικά, μου φτάνει -και μου περισσεύει- ο χαρακτηρισμός «συγγραφέας». Έχω υπόψη μου κάμποσους ωραίους τύπους, ανά τους αιώνες, που πίστευαν σ’ αυτή τη λέξη. Τιμή μου, αν ανήκω στην παρέα τους.
-Πόσο σημαντική είναι η επιτυχία για έναν επαγγελματία συγγραφέα και πώς την αξιολογείτε εσείς προσωπικά;
Στις μέρες μας, υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί ορισμοί για την επιτυχία. Να υμνηθεί κάποιος από την «επίσημη» κριτική; Να μπει στις λίστες με τα μπεστ σέλερ; Να γυριστεί το βιβλίο του σειρά ή ταινία; Να έχει χιλιάδες ακολούθους; Να πάρει ένα σημαντικό βραβείο -το κρατικό, ας πούμε; Να μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες; Όπως είναι γνωστό, σχεδόν ποτέ δεν συμβαίνουν όλα αυτά μαζί.
Φυσικά και είναι σημαντική η επιτυχία – όπως κι αν την ορίζει ο καθένας. Ανανεώνει την πίστη μας σε αυτό που κάνουμε. Ταυτόχρονα όμως κρύβει τις παγίδες της. Τρέφει τη ματαιοδοξία, και μάλιστα πολύ γρήγορα. Θυμίζει τα κοκτέιλ που σου φτιάχνουν το κέφι, αλλά ταυτόχρονα σε χτυπάνε κατακέφαλα. Αν τύχει λοιπόν να πιείς, καλύτερα να το κάνεις με τρόπο. Σιγά-σιγά, απολαμβάνοντας τη μουσική. Κι αν δεν έρθει η επιτυχία στο ραντεβού της, μικρό το κακό. Ποιος ξέρει, μπορεί να γλίτωσες έναν άσχημο πονοκέφαλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου