Ελένη
Γκίκα: «“Ο άνθρωπος” παραμένει η απάντηση όποιο κι αν είναι το ερώτημα και νυν
και αεί. Καθώς και το ό,τι η ανθρώπινη μοίρα είναι κοινή».
Συνέντευξη
στην Γιούλη Τσακάλου
«Μια
Ρόζα που είναι κάκτος και ονειρεύεται ιβίσκους, νεραγκούλες και καμέλια
ιαπωνική, αυτοκρατορική,
μια Ζέλντα που εξακολουθεί ν’ αγαπά ακόμα κι όταν ο εαυτός της χαθεί,
μια Λόλα, «έξω ψυγείο, μάρμαρο, πάγος» και μέσα «σκαντζόχοιρος που αιμορραγεί»,
μια γυναίκα που έγινε αυτί,
μια Μύρνα που αδίκως την ψάχνουν,
μια Χανελόρε που γίνεται άλλη, αναλόγως του πώς την βλέπει κανείς,
η νεραϊδούλα των flower fairies η αυτοκαταστροφική,
μια εργασιομανής και μια εμμονική,
μια σύζυγος- Πηνελόπη πιστή,
μια έγκλειστη ευτυχής, μια άλλη που επιστρέφει,
μια που φοβάται και μια που τραυλίζει και μένει εκεί,
Ο έρωτας και ο θάνατος,
ο χρόνος ίσως,
αλλά οπωσδήποτε η ζωή,
η καθημερινότητα σαν θαύμα, θητεία και σαν ποινή,
Μέσα από παράλληλους μονολόγους και υστερόγραφα, ιστορίες άλλοτε θρίλερ και άλλοτε κομεντί, στο σύνολό τους ένας κύκλος με αμφισβητούμενο τέλος κι αρχή.
23 ιστορίες για τη γέννηση, την μοναξιά, τον έρωτα και τον θάνατο, για το πρόσωπο και το προσωπείο, με όλους τους αφηγηματικούς τρόπους, σαν παραμύθι, θεατρικός μονόλογος, εγκιβωτισμένη ιστορία, κινηματογραφική σκηνή,
Το κατακερματισμένο μυθιστόρημα μιας ιδεολογικά ύποπτης ζωής,
Επειδή το αίνιγμα του άλλου σχεδόν πάντοτε είμαστε εμείς».
μια Ζέλντα που εξακολουθεί ν’ αγαπά ακόμα κι όταν ο εαυτός της χαθεί,
μια Λόλα, «έξω ψυγείο, μάρμαρο, πάγος» και μέσα «σκαντζόχοιρος που αιμορραγεί»,
μια γυναίκα που έγινε αυτί,
μια Μύρνα που αδίκως την ψάχνουν,
μια Χανελόρε που γίνεται άλλη, αναλόγως του πώς την βλέπει κανείς,
η νεραϊδούλα των flower fairies η αυτοκαταστροφική,
μια εργασιομανής και μια εμμονική,
μια σύζυγος- Πηνελόπη πιστή,
μια έγκλειστη ευτυχής, μια άλλη που επιστρέφει,
μια που φοβάται και μια που τραυλίζει και μένει εκεί,
Ο έρωτας και ο θάνατος,
ο χρόνος ίσως,
αλλά οπωσδήποτε η ζωή,
η καθημερινότητα σαν θαύμα, θητεία και σαν ποινή,
Μέσα από παράλληλους μονολόγους και υστερόγραφα, ιστορίες άλλοτε θρίλερ και άλλοτε κομεντί, στο σύνολό τους ένας κύκλος με αμφισβητούμενο τέλος κι αρχή.
23 ιστορίες για τη γέννηση, την μοναξιά, τον έρωτα και τον θάνατο, για το πρόσωπο και το προσωπείο, με όλους τους αφηγηματικούς τρόπους, σαν παραμύθι, θεατρικός μονόλογος, εγκιβωτισμένη ιστορία, κινηματογραφική σκηνή,
Το κατακερματισμένο μυθιστόρημα μιας ιδεολογικά ύποπτης ζωής,
Επειδή το αίνιγμα του άλλου σχεδόν πάντοτε είμαστε εμείς».
«Ιδεολογικά
ύποπτη» είναι ο τίτλος στη καινούργια της συλλογή με διηγήματα που θα
κυκλοφορήσει εντός του Φθινοπώρου από τις Εκδόσεις Καλέντη και το πιο κάτω κείμενο το
επεξηγηματικό οπισθόφυλλο.
Με
αφορμή το καινούργιο βιβλίο, η Ελένη Γκίκα θα μας μιλήσει για όλα: για το
λογοτεχνικό τοπίο και για τους νέους συγγραφείς, για τη ζωή και τη δουλειά της,
για τη μνήμη και για το χρέος, για την έμπνευση και για τις συνθήκες γραφής.
-Είστε
μια πολύ δημιουργική πέννα, Μυθιστορήματα, ποίηση, διηγήματα, συνεντεύξεις,
άρθρα και κριτικές σε περιοδικά κι εφημερίδες. Τι σας ώθησε να αφήσετε την
σκέψη σας, την φαντασία σας αλλά σαφώς τις γνώσεις σας να «τακτοποιηθούν» σε ένα
βιβλίο; Στο πρώτο σας βιβλίο;
Κυρία Τσακάλου , η ίδια η ανάγκη μου να λύσω το αίνιγμα, να βάλω σε τάξη την αταξία,
να καταλάβω τι ζω και τι μου γίνεται, αυτή καθ’ εαυτή η δίψα της ανάγνωσης.
Κάποια στιγμή, διαβάζοντας και διαβάζοντας, σε πιάνει η σφοδρή επιθυμία να
διαβάσεις και το δικό σου βιβλίο. Εκείνο που είναι γραμμένο κάπου στο σύμπαν
μόνο για σένα. Ε και για τα μοναχοπαίδια είναι και μια κίνηση για συντροφιά. Κάπως
όπως μιλούν όταν είναι μικρά με την κούκλα τους. Η ιστορία που γράφεις είναι ο
άλλος.
Το
πρώτο βιβλίο που κυκλοφόρησε ήταν το «Αλήθεια, τα τρως ακόμα τα νύχια σου;»
είχε δοκιμαστεί πρώτα σε μια τοπική εφημερίδα, είχε αγαπηθεί και συνέχισε να
αγαπιέται πολύ. Κυκλοφόρησε στον Στρατή Φιλιππότη και τον ευγνωμονώ που με
εμπιστεύθηκε. Το πρώτο αληθινό βιβλίο που όλο γραφόταν και γραφόταν ήταν το
«Αναζητώντας την Μαρία». Με ό,τι δεν έζησα. Η εκδοχή της ζωής που φοβήθηκα.
Μπορεί να φαίνεται ότι εκφράστηκα με ποίηση κατ’ αρχάς, αλλά το οικοδόμημα μέσα
μου ήταν… πεζό.
-Όταν
ένας Συγγραφέας γράψει ένα βιβλίο και έρθει η καταξίωση από όλους, πόσο «βάρος»
προσθέτει η διάκριση αυτή στην μετέπειτα συγγραφική του πορεία; Ποια ευθύνη
γεννά μια τέτοια καταξίωση απέναντι στο κοινό των αναγνωστών, που περιμένουν τη
συνέχεια του έργου του;
Κανένα
βάρος και ντρέπομαι που το λέω. Είσαι ανελέητα μόνος όταν γράφεις. Εσύ και η
ιστορία σου. Εσύ και το χάος. Εσύ και τα φαντάσματά σου. Εσύ και οι πληγές και
οι φόβοι σου. Εσύ και τα μυστικά της ζωής που άγνωστα θα παραμείνουν γι’ αυτό
και θα ξαναγράψεις. Εσύ κι ο Θεός. Μέσα από τη μοναξιά μας συναντάμε και τους
άλλους.
-Στις
μέρες μας παρατηρείται ένας εκδοτικός οργασμός. Πολλοί νέοι τίτλοι βιβλίων,
εκατοντάδες συγγραφείς. Πώς τοποθετείστε απέναντι στα βιβλία νέων συγγραφέων;
Βλέπετε πολλές διαφοροποιήσεις ως προς τις θεματικές που πραγματεύονται αλλά
και στον τρόπο που συγγράφουν ευπώλητοι συγγραφείς;
Οτιδήποτε
αφορά το βιβλίο, το σέβομαι και το αγαπώ. Και τα ευπώλητα, οι εκδοτικοί οίκοι
δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα, και τα πειραματικά και τολμηρά έργα, χωρίς
αυτά δεν υπάρχει παρακάτω στη λογοτεχνία, και πάνω απ’ όλα πιστεύω και αγαπώ να
διαβάζω καινούργιες φωνές. Γράφουν σπουδαία τα νέα παιδιά! Η «κρίση» και μας
ωρίμασε και μας έκανε άλλους, σχεδόν σοφούς. Τα τελευταία χρόνια είμαι μέλος
της κριτικής επιτροπής του περιοδικού Κλεψύδρα για το βραβείο του καλύτερου
νέου συγγραφέα. Ε, πιστέψτε με, δυσκολευόμαστε να επιλέξουμε εκείνο τον ένα,
γράφουν πολλοί, γράφουν αλλιώς, γράφουν καλά, κι ό,τι καλό θα μας έρθει απ’
εκεί: απ’ τους νέους! Αλλά πάνω απ’ όλα ο καθένας γράφει όπως μπορεί. Κι αυτό
είναι τίμιο, για ό,τι ξέρουμε μπορούμε να μιλήσουμε, με ό,τι ζήσαμε, να πάμε
όλο και πιο μπροστά. Ξεπερνώντας τον ίδιο τον εαυτό μας κάθε φορά.
-Η
έμπνευση για εσάς πώς λειτουργεί; Είστε άνθρωπος που απομονώνεστε, για να «συλλάβετε»
μια ιδέα, είστε άνθρωπος που θέλει το «χρόνο» του, για να αποφασίσει να γράψει;
Θα
μπορούσα να πω σαν… εμμονή. Και ναι, σέβομαι απολύτως τους χρόνους της. Αν
είναι κάτι για να γραφτεί, εκεί θα παραμείνει και θα επιμείνει, θα μου τραβά –
κυριολεκτικά- το μανίκι. Μόνο μ’ αυτό θα θέλω να ασχοληθώ, η ιστορία μου μαζί
του θα μοιάζει υψίστης σημασίας, και θα αρχίσει να διαμορφώνεται κάπως όταν δεν
θα μπορώ να κάνω διαφορετικά. Παλιά, χρειαζόταν να ξενιτεύομαι για να γράψω.
Συνήθως σε ουδέτερα δωμάτια ξενοδοχείων, σε τόπους που ερωτεύτηκα πρώτα. Τώρα,
ενδεχομένως επειδή την ιστορία μου την έχω απολύτως ανάγκη, παντού με
καταδέχεται: στο γραφείο, στο καναπέ, στο καφενείο, στο στάδιο, στο φανάρι.
Αλλά περισσότερο όταν είμαι εντοιχισμένη εκεί στη μαγική γωνιά μου: σφηνωμένη
μέσ’ στα βιβλία, στο καναπέ όπου κοιμάμαι τα τελευταία χρόνια στη μεγάλη σάλα
της μαμάς. Εκεί είναι το άλεφ μου, κάπου εκεί κατοικούν οι ιστορίες. Το
καθημερινό ραντεβού μας δίνεται εκεί. Με φόντο τη μοβ μπουκαμβίλια απέναντι στη
τζαμαρία, τους ήχους του δρόμου, μέσα στο δωμάτιο, να μου υπενθυμίζουν ότι
πάντοτε έτσι ήμουν και τώρα μ’ αρέσει: μόνη μου και μαζί.
-Πόσο
χρόνο θεωρείτε ότι χρειάζεται ένας δημιουργός, προκειμένου να περάσει από ένα
βιβλίο σε ένα άλλο καινούριο;
Εξαρτάται
από τον δημιουργό και από το βιβλίο. Είναι ιστορίες που γράφονται χρόνια.
Χρειάζονται κι άλλες στον ενδιάμεσο χρόνο για να σου αποκαλυφθούν, σε
χρειάζονται αλλιώς. Συνήθως δεν αντικαθιστάς αμέσως με καινούργια συντροφιά την
ορφάνια σου. Όπως δεν ξεκινάς καινούργιο έρωτα πάνω που αποχαιρετάς τον παλιό.
Μια ιστορία συνεχίζεται και μετά απ’ το τέλος της. Σου αποκαλύπτει ακόμα και εκ
των υστέρων τα κρυμμένα της μυστικά, σου κρατά συντροφιά.
-Αν
–υποθετικά- σταματούσατε να γράφετε για κάποιον λόγο, τι θα σας έλειπε
περισσότερο; Οι ώρες που σχηματίζετε τον «μύθο» σας, οι ώρες που βρίσκεστε σε
αέναο ψάξιμο μέσα σε μονοπάτια ιστορίας, οι ώρες που θα περιμένετε τις αντιδράσεις
του Αναγνώστη; Οι ώρες της καταξίωσης μετά από μερόνυχτα δουλειάς; Ίσως κάτι
άλλο;
Οι
ώρες που είμαι μαζί με την ιστορία μου. Κάθε ιστορία σου κρατά ασύλληπτα δώρα,
ακόμα κι όταν γνωρίζεις το τέλος, εξάλλου πάντα γνωρίζω το τέλος ξεκινώντας καινούργια
ιστορία, ακόμα κι όταν την έχεις σχεδιάσει με κάθε λεπτομέρεια, ακόμα κι όταν
είναι αστυνομική. Εκείνη επιμένει να σε ξαφνιάζει κάθε μέρα, φτάνει εσύ στο
ραντεβού σας να είσαι και συνεπής και ανοιχτή. Επιμένει να σου υπενθυμίζει πως
είναι, τελικά, ζωντανή. Μια ζωντανή ιστορία. Γι’ αυτό γράφουμε και
ξαναγράφουμε. Γι’ αυτό το μυστήριο και τη μαγεία της ιστορίας που αναπνέει μόνο
για μας. Ελπίζοντας κατόπιν να φτάσει αυτή η αναπνοή της και στους άλλους. Αλλά
το στοίχημα είναι η ιστορία. Εκεί και η απόλαυση κι η ηδονή και η οδύνη, εκεί
όλα τα αινίγματα και τα μυστικά.
-Έχετε
κάποια στιγμή σκεφτεί με «ζήλεια» το καλό βιβλίο κάποιου ομότεχνού σας; Και αν
ναι, ποιό;
Με
ζήλια, όχι! Ο καθένας γράφει με αυτό που είναι, για εκείνα που τον καίνε, με τη
δική του βαριά σκιά. Απολαμβάνω, όμως, και θαυμάζω βιβλία πολλά. Για να μη πάμε
στους παλιούς, θα αναφερθώ σε δυο σχετικά πρόσφατα αγαπημένους. Ας πούμε ο
Σεμπρούν, με γοητεύει ο ερωτικός και επαναστατικός τρόπος του, αχ αυτά τα
«Σανδάλια» και «Η επιστροφή του Νετσάγιεφ»… ή τα βιβλία του Βαγγέλη
Χατζηγιαννίδη. Με μαγεύει πάντα ο τρόπος που κοιτά τον κόσμο και τη ζωή. «Ο
Φιλοξενούμενος» και «Οι τέσσερις τοίχοι» δεν θα μπορούσαν να γραφτούν από
κανέναν άλλο.
-Ζούμε
σε μια εποχή κρίσης πρωτόγνωρης για τη σύγχρονη ιστορία, κρίση που έχει
επηρεάσει τις ζωές όλων μας. Είστε από τους λίγους ανθρώπους (επειδή τυχαίνει
να σας γνωρίζω προσωπικά) που αισθάνομαι ότι αυτή η κρίση σας έχει πεισμώσει
τόσο πολύ που ασχολείστε όσο γίνεται με περισσότερα πράγματα.... πως τα καταφέρνετε;
ειλικρινά αισθάνομαι ότι θα ‘πρεπε να ενσωματώσουν στο 24ωρό σας άλλο ένα για
να τα προφτάσετε όλα!
Όταν
αγαπάς αυτό που κάνεις δεν μπορείς παρά να το κάνεις. Θα μπορούσε να είναι και
ο ορισμός της ευτυχίας αυτός. Αλλά έχω πετάξει πολλά περιττά με την κρίση και
μπορώ να σας πω ότι έγινα και περισσότερο δημιουργική και περισσότερο
ευτυχισμένη. Ξαναγύρισα στα ουσιαστικά της ζωής. Και ναι, τα προλαβαίνω και έχω
και ελεύθερο χρόνο να περπατώ στο στάδιο, στο βουνό, να χαζεύω από το παράθυρο
και να ποτίζω τα λουλούδια μου. Μεγαλώνοντας μεγαλώνει κι ο χρόνος και μια
γαλήνη που μάλλον θα πρέπει να είναι αυτό που λένε «ευτυχία». Δεν έχει να κάνει
με τις συνθήκες, είναι συνθήκη από μόνη της και σου αλλάζει τον κόσμο, το
βλέμμα και σίγουρα την συμπεριφορά.
-Τι
σημαίνει για εσάς «Λαός, έθνος χωρίς μνήμη»; Και τι μπορεί να φταίει, ώστε ένας
ολόκληρος λαός να «χάσει» την ταυτότητά του; Ποια είναι η ευθύνη ενός
πνευματικού ανθρώπου του σήμερα;
Δυστυχώς
από ένα δεν μπορούμε να ξεφύγουμε άνθρωποι και λαοί, από τον χαρακτήρα μας!
Κατακάθεται εκεί στους αιώνες σα νοοτροπία και μας κάνει να επαναλαμβάνουμε τα
ίδια ακριβώς λάθη όχι επειδή τα ξεχάσαμε αλλά επειδή είμαστε αυτοί που είμαστε,
και πιστέψτε με, δεν είμαστε οι χειρότεροι, μια χαρά λαός είμαστε! Αν σκεφτείτε
κάποιους άλλους που εσχάτως έχουν σηκώσει κεφάλι και παρ’ ότι αιματοκύλησαν το
σύμπαν, ούτε γάτα, ούτε ζημιά. Δεν είμαστε επιλήσμονες, υπερβολικοί ίσως αλλά
το θαύμα έτσι μπορεί και να γίνει πραγματικότητα, όταν γίνει πίστη και
πεποίθηση, πράξη, η υπερβολή. Όσο για την ευθύνη του ανθρώπου σήμερα, κάθε
ανθρώπου σήμερα, είναι να είναι υπεύθυνος, σπλαχνικός με τους άλλους, και
ανθεκτικός. «Ο άνθρωπος» παραμένει η απάντηση όποιο κι αν είναι το ερώτημα και
νυν και αεί. Καθώς και το ό,τι η ανθρώπινη μοίρα είναι κοινή.
-Γράφετε
πολλά χρόνια, έχετε καταθέσει ένα πλούσιο συγγραφικό έργο κι έχετε κερδίσει
επάξια μια θέση στην καρδιά των αναγνωστών σας αλλά και την εκτίμηση των
ομότεχνών σας. Ποιο ή ποια από τα βιβλία σας ξεχωρίζετε; Έχετε κάποιο
συγγραφικό «όνειρο» που θα θέλατε να πραγματοποιήσετε;
Αχ
Γιούλη, κάθε φορά το βιβλίο που γράφω ξεχωρίζω. Μετά ανήκει σε άλλους, φεύγει
από μένα και η καρδιά μου ανήκει αλλού. Αλλά για όσο χρόνο είμαι μαζί του, μόνο
μαζί του θα μπορούσα να είμαι. Συγγραφικό όνειρο… αν εννοείτε τα δυο, τρία,
σχεδιαγράμματα για μυθιστορήματα που περιμένουν την ώρα τους, αλλά όχι, μπορώ
να πω ότι όπως και στη ζωή έτσι και στη γραφή κάθε μέρα υπογράφω «εν λευκώ».
Παλιές πληγές κι αινίγματα, οι βασικές εμμονές της ζωής μου, είναι το μόνο σταθερό.
-Τι
θα συμβουλεύατε έναν νέο συγγραφέα κοιτώντας τον στα μάτια;
Να
διαβάζει να διαβάζει να διαβάζει όσο περισσότερο γίνεται και να προσπαθεί να
γίνει καλύτερος, πάντα το στοίχημα παραμένει ο ίδιος μας ο εαυτός. Και φυσικά
να γράφει έντιμα: για εκείνα που τον καίνε, με εκείνα που γνωρίζει. Απλά,
κρυστάλλινα ει δυνατόν, καθαρά. Και να μην πτοείται. Ούτε από τα καλά ούτε από
τα κακά. Δικός του ο δρόμος, το στοίχημα, ο τρόπος… αλλά τα μυστικά είναι
κρυμμένα στα βιβλία των άλλων. Α και να μη παραπαίρνουν αέρα τα μυαλά. Το
μεγάλο έργο το προσεγγίζεις ταπεινά.
-Και
μια τελευταία ερώτηση τι σας έχει κερδίσει πιο πολύ τελικά η λογοτεχνία ή η
δημοσιογραφία; αν σας έβαζαν στο δίλημμα να διαλέξετε;
Γεγονός
είναι ότι υπήρξα τυχερή στη ζωή, μπορεί να μη κέρδισα χρήματα αλλά πάντοτε
έκανα και κάνω αυτό που αγαπώ. Δεν αιστάνθηκα ποτέ δημοσιογραφία και λογοτεχνία
ως κόντρα ρόλους. Η δημοσιογραφία υπήρξε για μένα παράθυρο στον κόσμο και ένα
διαρκές ξάφνιασμα, αν προσθέσουμε δε και το αντικείμενό μου, συνήθως βιβλίο, ε
αυτό θέλω να κάνω, να διαβάζω μέχρι να κλείσω τα μάτια μου. Αλλά και ακόμα μετά
απ’ αυτό, αν υπάρχει παράδεισος είναι για μένα βιβλιοθήκη (για να θυμηθώ και
τον αγαπημένο μου Μπόρχες), όλα τα άλλα έρχονται μετά και μετά. Δηλαδή, τον
αναγνώστη θα επέλεγα και από τον συγγραφέα και από τον δημοσιογράφο. Η ευτυχία
μου ήταν και είναι στην ανάγνωση, όλα τ’ άλλα ένας τρόπος ανάγνωσης υπήρξαν, η
δημοσιογραφία – ανάγνωση της ζωής και η συγγραφή- ανάγνωση του άφατου και του
αόρατου, που δεν γίνεται να το προσεγγίσει κανείς διαφορετικά.
Σας
ευχαριστώ πολύ για τις σπουδαίες ερωτήσεις σας, και για την αγάπη σας όσον
αφορά τα βιβλία και τους συγγραφείς, κυρία Τσακάλου , να είστε πάντα καλά!
Σας
ευχαριστώ πολύ
Γιούλη
Τσακάλου
ΒΙΒΛΙΟ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ-ΚΡΙΤΙΚΕΣ
!
Περισσότερα για τη συγγραφέα μας εδώ :
Συγχαρητήρια κ. Τσάκαλου για τις καίριες ερωτήσεις που έγιναν αφορμή γι αυτή την υπέροχη εκ βαθέων συνέντευξη - εξομολόγηση της Ελένης Γκίκα. Η Γκίκα άνθρωπος του βιβλίου επί της ουσίας,με ένα μεγάλο ήδη έργο, αφήνει διάφανη την ψυχή και την σκέψη της όχι μόνο αναφερόμενη στη δική της πολυσχιδή, σπουδαία ''παραγωγή '', αλλά με απλότητα, απλοχεριά και μεγάλη αγάπη σε κάθε άνθρωπο που γράφει χωρίς ίχνος ανταγωνιστικότητας ή μισαλλοδοξίας κι αυτό ένα ακόμη στοιχείο που την κάνει να ξεχωρίζει στον χώρο.
ΑπάντησηΔιαγραφήη κυρία Γκίκα είναι ενα κόσμημα στο χώρο της λογοτεχνίας !!
ΔιαγραφήΗ Ελένη Γκίκα, όπως τη γνώρισα μέσα από τα βιβλία της, είναι παντού και πάντα σε όλες τις διακυμάνσεις, τις αποχρώσεις, τη δυναμική, την ευκρίνεια και το εύρος του λόγου της, μια σημαντική σύγχρονη ποιήτρια. Στη συνέντευξη, μέσα από έναν πλό, κατανοητό λόγο, αποκαλύπτει πολλές πτυχές της ζωής και της σχέσης της με το βιβλίο τόσο όσο αναγνώστης λοσο και ο συγγραφέας. Θα σταθώ ιδιαίτερα στην απάντηση που έδωσε όταν ρωτήθηκε "Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο συγγραφέα κοιτώντας τον στα μάτια: Να διαβάζει να διαβάζει να διαβάζει όσο περισσότερο γίνεται και να προσπαθεί να γίνει καλύτερος, πάντα το στοίχημα παραμένει ο ίδιος μας ο εαυτός. Και φυσικά να γράφει έντιμα: για εκείνα που τον καίνε, με εκείνα που γνωρίζει. Απλά, κρυστάλλινα ει δυνατόν, καθαρά. Και να μην πτοείται. Ούτε από τα καλά ούτε από τα κακά. Δικός του ο δρόμος, το στοίχημα, ο τρόπος… αλλά τα μυστικά είναι κρυμμένα στα βιβλία των άλλων. Α και να μη παραπαίρνουν αέρα τα μυαλά. Το μεγάλο έργο το προσεγγίζεις ταπεινά".
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι τα πιο συνετά λόγια που έχω ακούσει τον τελυταίο καιρό. Χαίρομαι που αγγίζω την ευαισθησία της και προσεγγίζω τη λυρική σκέψη της.