ΜΑΡΩ ΔΟΥΚΑ - ΠΥΛΗ ΕΙΣΟΔΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ
Μονόλογος
παιχνίδι, στασίδι, αποκούμπι μιας γυναίκας στον προθάλαμο του γήρατος.
Ξυπνάει και είναι νέα. Ξυπνάει και είναι γριά.
Ανάλογα με τη διάθεσή της. Με τον ύπνο που έχει κάνει.
Στην Αθήνα του σήμερα, όπως τη ζει, όπως την έζησε, όσο την έζησε. Με τα δικά
της πρόσωπα. Τη δική της φωνή. Τη δική της ορθοστασία.
Πύλη εισόδου: Στο αχανές του κυβερνοχώρου.
Το πέρασμα από τη μια στην άλλη όψη.
Από το εδώ στο εκεί.
Ανέμελα, αθόρυβα, φασματικά, εις το διηνεκές.
Αλόγιστα προς τα ρηχά, τα λασπερά, τα άπατα της μέρας που έφυγε.
Από το εδώ στο εκεί.
Συρτά, αμίλητα, προς τη μοναδική βεβαιότητα. (Από οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Η «Πύλη εισόδου» μπορεί να μην
θυμίζει ούτε τους «Αθώους Φταίχτες» ούτε το «Έλα να πούμε ψέματα» βασίζεται
όμως και αυτό το βιβλίο στην μνήμη της ηρωίδας, της Αφεντούλας, και τις
δαιδαλώδεις της διαδρομές.
Η Μάρω Δούκα με μεγάλη
μαστοριά και με εργαλείο τις αναρτήσεις στο Facebook μας ξεναγεί σε έναν κόσμο
ρευστό, διαρκώς μεταβαλλόμενο ανάλογα με την διάθεση κάθε στιγμής, λάμνοντας σε
επικίνδυνα νερά ανάμεσα στην λήθη και στην μνήμη.
Μια μνήμη που πηγαινοέρχεται
συνέχεια ανάμεσα στην συλλογική και στην ατομική μνήμη, στο παρόν στο παρελθόν
και καμιά φορά στο μέλλον, που μοιράζεται ανάμεσα στα παιδιά και στα εγγόνια
και σε φίλους δικτυακούς και μη.
Πορεύεται ανάμεσα σε
παραμορφωτικούς καθρέφτες εικονικής πραγματικότητας και πραγματικής ζωής,
μιλάει με πραγματικούς και εικονικούς φίλους και αφήνει εμάς να ξεδιαλύνουμε
ποια είναι η Αίθρα ποια η Καίτη Καλή ποια η Λουίζα Σίγμα. Αφουγκράζεται την ζωή
να κυλά μέσα από τις εικονικές τους φλέβες παίζοντας με όλους αυτούς τους όρους
που έχουν μπει για τα καλά στην καθημερινότητά μας.
Like, αποδοχή, απόρριψη, κοινοποίηση… τοίχος.
Ο μονόλογος της Αφεντούλας θα
μπορούσε να είναι ο μονόλογος όλων μας την ώρα που συνειδητοποιούμε πως πλέουμε
πια έξω από τα νερά της νεότητας κι αναζητούμε την γαλήνη της ωριμότητας.
«Τι
να κάνω κι εγώ; Κι ας κλαίγομαι μέσα μου καμιά φορά, άνθρωπος είμαι, θα ’ρθει η
στιγμή που θα απελπιστώ κι εγώ. Στα φανερά όμως, από μόνη μου, ποτέ δεν θα
αρχίσω τα παράπονα, τη μουρμούρα. Δεν είναι του χαρακτήρος μου. Χαμογελαστή,
εύχαρις, πάντοτε ομιλητική, κοινωνική, όλους τούς χαιρετώ, όχι μόνο εδώ γύρω
στη γειτονιά αλλά και παραπέρα, μπορώ να πω, στην παραπάνω γειτονιά. Κι έχω το
χάρισμα να μη θέλω πολλά, να πορεύομαι και με το τίποτα. Ολιγαρκής, λιτοδίαιτη.»
Οικογένεια, οι αναμνήσεις
πατέρα μητέρας αδερφής, σύζυγος Αιμίλιος Μπακάλογλου πεθαμένος, παιδιά, τρεις
κόρες με δικές τους οικογένειες οι δυο, χωρίς γάμο η τρίτη, φίλες, φίλοι και
γείτονες είναι ο κόσμος της κυρίας Αφεντούλας Καλημέρη, μιας γυναίκας που με
διαφορετικά προφίλ μιλάει και καταγγέλλει μέσα από το Facebook όσα την έχουν πληγώσει και
έτσι λυτρώνεται.
Ένα βιβλίο που φανερώνει το
βάθος που κρύβουν όσα μερικές φορές θεωρούμε επιδερμικά κι εφήμερα. Μια ηρωίδα,
η αξιαγάπητη Αφεντούλα, αρχιτέκτων από πείσμα, που μας παίρνει από το χέρι και
μας καλεί να την ακολουθήσουμε στον κυκεώνα της σκέψης της να συμμεριστούμε τις
αγωνίες και τους φόβους της.
Μια Αφεντούλα, ετών 69,
παντρεμένη με προξενιό, ερωτευμένη με την μόρφωση, ασυνάρτητη, μπλεγμένη
ανάμεσα στο εδώ και στο εκεί, στο εγώ και στο εσείς, στο πριν και στο τώρα, που
προσπαθεί να μας μπάσει μέσα από την δική της πύλη εισόδου σ’ έναν κόσμο όπως
εκείνη τον αντιλαμβάνεται.
Μια Αφεντούλα που πατώντας
γερά το τακουνάκι της, πιάνει επάξια στασίδι δίπλα στην Νίνα του Ταχτσή, στην
Ραραού του Μάτεση και στην Πελαγία του Μιχάλη Γενάρη.
«Ωραία
τα θυμήθηκα πάλι όλα. Και θα τα ξαναθυμηθώ αύριο πάλι, μεθαύριο, καθόλου δεν
αμφιβάλλω. Αυτό μόνο που με τρομάζει καμιά φορά, υπάρχουν όμως και φορές που με
διασκεδάζει, είναι ότι όλο και κάτι προσθέτω στις αναμνήσεις μου, όλο και κάτι
αφαιρώ, τις χρωματίζω κάθε φορά κι αλλιώς, ανάλογα με τη διάθεσή μου ή και με
το απρόσμενο που έρχεται και με τσιγκλάει και με φέρνει πίσω, όλο και πιο πίσω.
Αυτό, πιστεύω, συμβαίνει με όλους από μια ηλικία κι έπειτα. Τι να πω; Τέλος δεν
έχει το παιχνίδι.»
Νίκος Μητούσης
ΒΙΒΛΙΟ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ-ΚΡΙΤΙΚΕΣ
Περισσότερα για το βιβλίο εδώ